ΣΤΑΣΗ ΤΕΤΑΡΤΗ…

Ναί! Στάση τέταρτη.

Τὴν Τρίτη 29 Νοεμβρίου θὰ κυκλοφορήσουν στὰ βιβλιοπωλεῖα οἱ Ἀδελφοὶ Καραμάζοφ σὲ μετάφραση Ἐλένης Μπακοπούλου. Ἔχουν προηγηθεὶ Οἱ Δαιμονισμένοι, Ὁ Ἠλίθιος καὶ τὸ Ὑπόγειο.

Αὐτὴ τὴ φορὰ ἡ ἱκανοποίηση ξεχειλίζει. Πέρα ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ συγκεκριμένο μυθιστόρημα εἶναι μᾶλλον τὸ ἀγαπημένο μου ἡ ἔκδοση τῆς Ἰνδίκτου, ποὺ εὔχομαι ὅλοι νὰ πιάσετε στὰ χέρια σας, εἶναι αὐτὸ ποὺ διεκδικοῦσα χρόνια τώρα. Χαρτὶ Βίβλου 45 γραμμαρίων, ἐκτύπωση ἐξαιρετική, δίπλωμα ἀλφάδι, βιβλιοδεσία τέλεια. Τὸ μαλακὸ κάλλυμα τοῦ ἐξωφύλλου καρατἀει τὴν γνωστὴ σὲ ὅλα τὰ βιβλία τῆς Ἰνδίκτου πλαστικότητα καὶ συγχρόνως ἐπιτρέπει τὸ ἰδανικὸ ἄνοιγμα τοῦ βιβλίου. Ἕνας τόμος 1472 σελίδων σὲ μορφὴ καινοτόμο γιὰ τὰ ἐλληνικὰ ἐκδοτικὰ πράγματα.

Οἱ Ἀδελφοὶ Καραμάζοφ εἶναι τὸ σημαντικότερο καὶ τελευταῖο μυθιστόρημα τοῦ Φ.Μ. Ντοστογιέφσκι. Πλούσιο σὲ διανοήματα, ἀποτυπὠνει ὅλες τὶς ἰδέες τοῦ μεγάλου ρώσου συγγραφέα. Ἐξάλλου εἶναι τὸ μυθιστόρημα ποὺ πίστεψε ὅσο κανένα άλλο ὁ Ντοστογιέσκι, ἀκουπώντας σὲ αὐτὸ ὅλες τὶς ἐλπίδες του. Ἡ συγγραφὴ τῶν Ἀδελφῶν Καραμάζοφ διήρκεσε κοντὰ δύο χρόνια. Ξεκίνησε τὸν Μάρτιο τοῦ 1878 καὶ όλοκληρώθηκε τὸν Νοέμβριο τοῦ 1880.

Ἡ πνευματικὴ πορεία ποὺ χαράζει ὁ Ντοστογιέφσκι διασχύζει τὴν ἄβυσσο τῶν ἀνθρωπίνων παθῶν, ὁ δρόμος του πρὸς τὸ φῶς περνάει μέσα ἀπὸ τὸ σκοτάδι ὅπου μέσα ἐκεῖ, τὴν ὥρα τῆς πιὸ βαθιάς νύχτας προβάλλει ἡ πρώτη ἀχτίδα τοῦ Θεοῦ. Ἡ ὁμολογία τῆς πίστεώς του προϋποθέτει ἀνδροπρεπὲς φρόνημα, πάθος γιὰ τὴν ἐλευθερία καὶ πνευματικὴ αὐτονομία.

Τρεῖς μῆνες μετὰ τὴν ὀλοκλήρωση τοῦ μυθιστορἠματος, στις 28 Ίανουαρίου τοῦ 1881, ὁ Ντοστογιέφσκι πεθαίνει. Ἦταν ἡ ὥρα ποὺ ὁ Φιοντὸρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι, ὁ ἐπαναστάτης καὶ ἀγωνιστὴς τῆς ἀνθρώπινης ἐλευθερίας, ὁ ἐπιφανῆς ἐκπρόσωπος τῶν συντηρητικῶν, ὁ ἀδελφὸς κάθε ταπεινοῦ καὶ καταφρονεμένου, κατακτοῦσε τὴν ἀθανασία.

Στὴν ἔκδοση τῆς Ἰνδίκτου ἡ εἰσαγωγὴ εἶναι τῆς ἀφεντιᾶς μου. Σὲ αὐτὴν θὰ μπορέσετε νὰ βρεῖτε πολλὰ περισσότερα στοιχεῖα γιὰ τὴν συγγραφὴ καὶ τὴν ἱστορία τοῦ μυθιστορήματος. Ὄχι βέβαια πὼς κάτι τέτοιο εἶναι ἀναγκαῖο γιὰ τὴν ἀνάγνωσή του. Ἀντιθέτως.

Ἀσχολούμενος ὅλον τὸν Αὔγουστο μὲ τὸ γράψιμο αὐτῆς τῆς εἰσαγωγῆς, διαπύστωσα γιὰ μιὰν ἀκόμη φορὰ τὴν μεγάλη φτώχεια τῆς ἐλληνικῆς βιβλιογραφίας, τὴν σχετικὴ μὲ τὸ ἔργο τοῦ Φ.Μ. Ντοστογιέφσκι. Θαύμασα ὅμως τὴν διεισδυτικὴ ἀνάγνωση τῶν Καραμάζοφ ἀπὸ τὸν Κωστῆ Παπαγιώργη. Ὁ Παπαγιώργης εἶναι κατὰ τὴν κρίση μου ὁ πλέον ἀξιόπιστος ἑρμηνευτὴς τοῦ Ντοστογιέφσκι.

Ἡ κυκλοφορία τῶν Ἀδελφῶν Καραμάζοφ συνδυάζεται μὲ τὴν κυκλοφορία στὰ ἑλληνικὰ τοῦ σημαντικότερου λογοτεχνικοῦ κειμένου τῆς ρωσικῆς λογοτεχνίας κατὰ τὸν 20ο αἰῶνα. Ἀλλὰ γι᾽ αὐτὸ στὸ ἐπόμενο post…

Τὰ πνεύματα τῶν Χριστουγέννων


Ἀπό τὸν καλό μου φίλο Γιάννη Πάσχο, έλαβα μαζὶ μὲ τὶς εὐχές του τὸ παρακάτω διήγημα.
Τὸ μοιράζομαι μαζί σας εὐχόμενος καὶ γὼ μὲ τὴν σειρά μου σὲ ὅλους Καλὰ Χριστούγεννα!

Κάθε Χριστούγεννα, χρόνια τώρα, μια περίεργη ομάδα τριγυρνά στις ταραγμένες περιοχές της γης, πότε ορατή και πότε αόρατη αφήνοντας «δώρα» παράδοξα για μέρες γιορτινές. Τα Χριστούγεννα του 2008, βρέθηκαν στη άμοιρη Παλαιστίνη, μετά τράβηξαν για το Θιβέτ και την Μιανμάρ. Στην συνέχεια πέρασαν με τρόπο μαγικό στα χωριά των Ζαπατίστας, πέταξαν προς την Νότια Οσετία και ανήμερα Χριστουγέννων επέλεξαν να γιορτάσουν στην Αθήνα.

Μπροστά πήγαιναν ο Τσούμπ και ο Βάκουλα του Γκόγκολ, ακολουθούσαν ο Μολυβένιος στρατιώτης και το Κορίτσι με τα σπίρτα του Andersen, o Γιάννης ο Βλογημένος του Κόντογλου, ο Εμπενέιζερ Σκρουτζ του Dickens, η Νέλλη και η Μαλάνια Τιχόνοβνα του Τσέχωφ, η θεια-Αχτίτσα, η Διαλεχτή, η Θοδωριά και ο παπα-Φραγγούλης του Παπαδιαμάντη, λίγο πιο πίσω το παιδί με το απλωμένο χέρι και ο Γιούλιαν Μαστάκοβιτς του Ντοστογιέβσκι, η Παναγία του Καρκαβίτσα, ο Άσημος συγγραφέας του Hoestlandt και τα φαντάσματα του Lowndes μαζί με το χριστουγεννιάτικο Τέρας της Krailing. Πιο πίσω γινόταν ένας χαμός. Κάτασπροι μονόκεροι των Χριστουγέννων έτρεχαν δεξιά και αριστερά, χιονάνθρωποι μετέφεραν ζαχαρωμένα σπιτάκια, βασιλοπούλες πανέμορφες τραγουδούσαν πάνω σε ελέφαντες, ξυλοκόποι κρατούσαν ελατάκια με κόκκινα σκουφιά, ενώ δεκάδες λυκάκια και καλικάντζαροι γυρόφερναν εδώ και εκεί παίζοντας πότε με τον Σπότ και πότε με τα αστεράκια που έλαμπαν πάνω στην μεγάλη γιόλκα που είχαν φέρει οι Ρώσοι και κρατούσαν εναλλάξ, πότε η θεία Αχτίτσα και πότε το παιδί με το απλωμένο χέρι.

Ανήμερα των Χριστουγέννων η Αθήνα φαινόταν έρημη. Η πλατεία Συντάγματος -που ήταν και ο χώρος που η ομάδα θα γιόρταζε και θα άφηνε τα «δώρα» της – ήταν περικυκλωμένη από αστυνόμους με κράνη, ασπίδες και γκλόμπς.

«Τι είναι τούτοι» αναρωτήθηκε ανήσυχος ο επικεφαλής της αστυνομικής δύναμης όταν τους είδε από μακριά νάρχονται κι ενημέρωσε το κέντρο: «Ομάδα πάνω από πενήντα ανθρώπους, γυναίκες και άνδρες, παράξενα ντυμένοι σαν να είναι απόκριες κρατούν ένα μεγάλο Χριστουγεννιάτικο δένδρο που το λένε γιόλκα και μαζί με καμιά εβδομηνταριά περίεργα ζώα πλησιάζουν την πλατεία. Τραγουδούν και ψέλνουν σε διάφορες γλώσσες ακαταλαβίστικες. Περιμένω εντολές».

«Αναλάβατε δράση, προχωρήστε σε αναγνώριση στοιχείων. Στέλνουμε ενισχύσεις» αποκρίθηκε το κέντρο.

Ο επικεφαλής της αστυνομικής δύναμης δεν πρόλαβε να τελειώσει τη συνομιλία με το κέντρο και η παράξενη ομάδα διέσχισε λες και ήταν άυλη τον κλοιό κι έστησε το μεγάλο Χριστουγεννιάτικο δένδρο στην πλατεία.

Τα λυκάκια γρύλιζαν, οι ελέφαντες σήκωναν επιδεικτικά τα δυο τους μπροστινά πόδια, τα φαντάσματα των Χριστουγέννων ούρλιαζαν, οι καλικάντζαροι χοροπηδούσαν προκλητικά γύρω από τους αστυνομικούς, οι ξυλοκόποι φύτευαν στις πλάκες τα έλατα με τα κόκκινα σκουφιά και οι μονόκεροι έτρεχαν ασταμάτητα ο ένας πίσω από τον άλλον σχηματίζοντας ένα ζωντανό κάτασπρο καρουσέλ που περιστρεφόταν μαγευτικά κάτω από το φως του φεγγαριού.

Οι αστυνόμοι απομείναν σύξηλοι. Έκαναν να χτυπήσουν τα γκλόπς πάνω στις ασπίδες αλλά ο θόρυβος που ακουγόταν ήταν αστείος, μικρός και ασήμαντος. Προσπαθούσαν να προχωρήσουν συντονισμένα προς τα εμπρός αλλά το μόνο που κατάφερναν ήταν ένα διαρκές σημειωτόν. Απελπισμένοι και φοβισμένοι κοιτούσαν ο ένας τον άλλον ενώ στο κέντρο της πλατείας γινόταν πανδαιμόνιο από τραγούδια και χορούς.

Μετά από λίγη ώρα η ομάδα όπως ξαφνικά εμφανίστηκε έτσι και χάθηκε. Στη βάση του μεγάλου χριστουγεννιάτικου δένδρου, είχαν αφήσει τα «δώρα» τους, δώδεκα κατάμαυρα κουτιά, τυλιγμένα με κόκκινες αστραφτερές κορδέλες.

Ο επικεφαλής της αστυνομικής δύναμης πολύ αναστατωμένος και αμήχανος ενημέρωσε αμέσως το κέντρο: «Άφησαν δώδεκα κατάμαυρα ξύλινα κουτιά, που μοιάζουν με οστεοφυλάκια και εξαφανίστηκαν. Στην μπροστινή επιφάνεια κάθε κουτιού υπάρχει μια μικρή φωτογραφία και ένα όνομα, Γκόγκολ, Κανελλοπούλου, Κουμής, Andersen, Κόντογλου, Καλτεζάς, Dickens, Τσέχωφ, Παπαδιαμάντης, Αλέξης Γρηγορόπουλος, Ντοστογιέβσκι, Καρκαβίτσας. Επτά από τους δώδεκα είναι έλληνες οι άλλοι μάλλον ξενόφερτοι, κομουνιστές ή τρομοκράτες. Περιμένω επειγόντως εντολές».

ΣΤΑΣΗ ΤΡΙΤΗ

Νὰ λοιπὸν ποὺ μετὰ ἀπὸ καθυστέρηση ἑνὸς ἔτους περίπου, κρατῶ στὰ χέρια μου τὸ πρῶτο ἀντίτυπο τοῦ Ὑπογείου.
Σιγά-σιγὰ τὸ ὄνειρο ἀποκτᾶ σάρκα.
Τὸ ὑπόγειο εἶναι ἡ τρίτη στάση μετὰ τοὺς Δαιμονισμένους καὶ τὸν Ἠλίθιο.

Τέλη Μαρτίου τοῦ 1864 τὸ λογοτεχνικο-πολιτικὸ μηνιαῖο περιοδικὸ «Ἐπόχα» φιλοξένησε τὴν ἐξομολόγηση ἑνὸς παράδοξου ἀνθρώπου. Τὸ κείμενο, ποὺ ἔφερε τὸν τίτλο «Σημειώσεις ἀπὸ τὸ Ὑπόγειο», ὑπέγραφε ὁ Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, ἐκδότης, μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφό του, Μιχαήλ, τοῦ περιοδικοῦ. Ὁ ὑπέρτιτλος αὐτὸς στέγαζε δύο αὐτοτελὴ ἔργα, μὲ ἄμεση ὅμως συνάφεια μεταξύ τους: ἕνα φιλοσοφικοῦ χαρακτήρα δοκίμιο μὲ τὴ μορφὴ μονολόγου, καὶ μὲ τίτλο «Ὑπόγειο», καὶ μία νουβέλα, τὸ  «Μὲ ἀφορμὴ τὸ ὑγρὸ χιόνι», ποὺ διαθέτει ἱστορία, πρωταγωνιστὲς καὶ πρωταγωνίστρια, λύση, κι ἔρχεται νὰ στηρίξει ὡς λογοτέχνημα τὴ φορὰ αὐτὴ τὶς ἀπόψεις ποὺ ἀναπτύσσονται στὸ πρῶτο μέρος.

Τὸ «Ὑπόγειο», ὅπως ἔχει ἐπικρατήσει ἀπὸ τὶς ὣς τώρα ἑλληνικὲς μεταφράσεις του νὰ τιτλοφορεῖται στὰ καθ’ ἡμᾶς το σύντομο αὐτὸ ἔργο, ἀποτελεῖ σταθμὸ στὴ βιβλιογραφία τοῦ συγγραφέα, ὄχι μόνο γιὰ τὸν τρόπο ἀφήγησης, ἀλλά, καί, κυρίως, γιὰ τὰ κεφαλαιώδη φιλοσοφικὰ ζητήματα ποὺ ἔθετε, πρώτη φορὰ τόσο ὁλοκληρωμένα καὶ ἄνευ περιστροφῶν, ὁ Ντοστογιέφσκι, ζητήματα ποὺ θὰ ξανατεθοῦν στὰ μεγάλα μυθιστορήματά του, ποὺ ἔπονται ἀμέσως μετἀ καὶ τὸν καταξιώνουν παγκοσμίως ὡς μία ἀπὸ τὶς σημαντικότερες λογοτεχνικὲς μορφές. Ἀρκετοὶ ἀπὸ τοὺς παλιούς, μἀ κι ἀπὸ τοὺς πιὸ σύγχρονους μελετητὲς τοῦ Ντοστογιέφσκι, ὅπως ἐπὶ παραδείγματι ὁ Β. Β. Ροζάνοφ,  θεωροῦν τὶς «Σημειώσεις ἀπὸ τὸ Ὑπόγειο» «ἀκρογωνιαῖο λίθο» τοῦ λογοτεχνικοῦ ἔργου του.

Ἡ συνέχεια τῶν  μεταφράσεων τῶν ἔργων τοῦ Φ.Μ. Ντοστογιέφσκι εἶναι οἱ Ἀδελφοὶ Καραμαζώφ καὶ εἶναι ἤδη στὰ χέρια μου!
1.700 σελίδες περίπου σὲ ἕναν τόμο πάντα!